χρυσοχλωρίδες

χρυσοχλωρίδες
οι, Ν
ζωολ. οικογένεια εντομοφάγων θηλαστικών που μοιάζουν με ασπάλακες και απαντούν στην Αφρική.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. chrysochloridae (< χρυσοχλωρίς, -ιδος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • χρυσασπάλακας — ο, Ν ζωολ. κοινή ονομασία και γένος τής οικογένειας εντομοφάγων θηλαστικών χρυσοχλωρίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. chrysospalax (< χρυσ[ο] * + ασπάλαξ)] …   Dictionary of Greek

  • χρυσοχλωρίς — ίδος, η, Ν (λόγιος τ.) ζωολ. γένος εντομοφάγων θηλαστικών τής οικογένειας χρυσοχλωρίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. chrysochloris (< χρυσ[ο] * + χλωρίς, ίδος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”